«Μαθηματικά και Πανελλήνιες: Κάθε πέρυσι και καλύτερα…»
Του BSc, Πτυχιούχου Μαθηματικού Α.Π.Θ.
Δημήτριου Καραγκιοζίδη
Αποτελεί πλέον αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι το επίπεδο των μαθηματικών στις πανελλήνιες εξετάσεις έχει λάβει άλλες διαστάσεις. Την τελευταία δεκαετία παρατηρείται μία απότομη αύξηση του βαθμού δυσκολίας των θεμάτων, απαιτώντας από τους μαθητές όλο και μεγαλύτερη εξειδίκευση. Αρκετοί εκπαιδευτικοί φορείς κάνουν λόγο κάθε χρόνο για «ατυχή χρονιά», ωστόσο τα φετινά θέματα καταρρίπτουν για ακόμα μία φορά τους ισχυρισμούς τους. Τα μέχρι σήμερα δεδομένα δείχνουν ότι η κατάσταση επιδεινώνεται, με αποτέλεσμα η προσαρμογή σε αυτά μέσω της αλλαγής ορισμένων εκπαιδευτικών και παιδαγωγικών πρακτικών να αποτελούν μονόδρομο.
Το 2013 ήταν η χρονιά καμπής που ουσιαστικά η επιτροπή των θεμάτων μας έκλεισε το μάτι ότι το σκηνικό πρόκειται να αλλάξει. Ειδικότερα, μόλις το 2,47% των μαθητών της θετικής κατεύθυνσης άγγιξε βαθμολογίες άνω του 18, με το 47,82% να βρίσκεται κάτω από τη βάση. Ποσοστά ιδιαίτερα εντυπωσιακά, αν αναλογιστούμε ότι τρεις χρονιές πριν, το 2010, τα ποσοστά βρίσκονταν στο 24,23% και 25,39% αντίστοιχα. Ύστερα, από τη σύγχυση που δημιουργήθηκε, την αμέσως επόμενη χρονιά, το 2014, τα θέματα ήταν αισθητά πιο βατά, με αποτέλεσμα εφτά στους δέκα μαθητές της θετικής και έξι στους δέκα μαθητές της τεχνολογικής κατεύθυνσης να βρεθούν πάνω από τη βάση, δημιουργώντας στο ευρύ κοινό τη ψευδή εντύπωση ότι τα δύσκολα θέματα αποτελούν παρελθόν.
Το Υπουργείο Παιδείας, στην προσπάθειά του να μειώσει τα ποσοστά αποτυχίας και να δώσει θάρρος στους μαθητές, τον Ιούλιο του 2015 ανακοινώνει μείωση της ύλης, αφήνοντας εκτός το κεφάλαιο των μιγαδικών αριθμών και καθιερώνοντας την εξέταση σε πλέον τέσσερα μαθήματα. Οι απόψεις μαθηματικών ανά την Ελλάδα, σε διάφορους διαδικτυακούς ιστότοπους διίστανται μέχρι και σήμερα. Ορισμένοι, θεωρούν ορθή την απόφαση αυτή καθώς, πιστεύουν ότι απευθυνόμαστε σε μαθητές και όχι μαθηματικές διάνοιες ενώ άλλοι κάνουν λόγο για απαξίωση της μαθηματικής επιστήμης. Η ενέργεια αυτή αποδείχθηκε τελικώς ανεπιτυχής αφού και πέρυσι ένας στους τρεις μαθητές του τομέα Οικονομίας και Πληροφορικής έγραψε κάτω από πέντε. Γεννώνται εύλογα ερωτήματα: «Που οφείλεται τελικά αυτή η κατάσταση; Είναι όντως τόσο δύσκολα ή μήπως έχει πέσει το επίπεδο των μαθητών; Πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε ως εκπαιδευτικοί και γενικότερα ως κοινωνία κάτι τέτοιο;»
Η απάντηση βρίσκεται περίπου στη μέση. Αρχικά, δεν χωράει αμφιβολία ότι τα μαθηματικά αποτελούν από τη φύση τους ένα δύσκολο και ιδιαίτερο μάθημα που απαιτεί χρόνο, υπομονή και επιμονή. Πράγματι, οι απαιτήσεις έχουν αυξηθεί, οι μαθητές είναι αναγκαίο να καταβάλλουν όλο και μεγαλύτερη προσπάθεια για να φτάσουν τη βάση. Επιπλέον, η ύλη απαιτεί μεγάλη εξειδίκευση, την οποία είναι δύσκολο έως αδύνατο να την αποκτήσει ένας μαθητής σε διάστημα 10-20 μηνών. Αυτό συμβαίνει, διότι έχει περαστεί στην κοινή γνώμη, παντελώς λανθασμένα, κατά την άποψη μου για λόγους εμπορικούς, ότι η προετοιμασία των πανελληνίων εξετάσεων ξεκινά στη δευτέρα ή στη τρίτη λυκείου με αποτέλεσμα οι μαθητές να μην προλαβαίνουν να αναπτύξουν τις απαραίτητες μαθηματικές δεξιότητες που απαιτούνται. Από την άλλη όμως, υπάρχει και μία αποστασιοποίηση των μαθητών από το μάθημα. Οι δυσμενείς εποχές που ζούμε και η τεχνολογία έχουν παίξει καθοριστικό ρόλο ώστε οι μαθητές να χάσουν το ενδιαφέρον τους για τα μαθηματικά, αλλά και γενικότερα για το σχολείο. Η πλειοψηφία δεν έχει πλέον μαθηματικό «νεύρο».
Θεωρώ πως είναι επιτακτική η ανάγκη άμεσης δραστηριοποίησης. Σ’ αυτή την κατεύθυνση θα συμβάλλουν αφενός η δημιουργία κινήτρου στους μαθητές εκ νέου και αφετέρου η απόκτηση σωστών βάσεων. Δεν υπάρχουν μαγικές συνταγές˙ το κλειδί για την επιτυχία είναι η ενασχόληση και η τριβή με το αντικείμενο των μαθηματικών από πολλή μικρή ηλικία. Με άλλα λόγια, η προετοιμασία από τα πρώτα χρόνια του δημοτικού σχολείου αποτελούν βασική προϋπόθεση ώστε ο μαθητής να αποκτήσει τα κατάλληλα εφόδια που θα του φανούν χρήσιμα στη μετέπειτα μαθηματική του σταδιοδρομία. Συγχρόνως, είναι απαραίτητο να κατανοήσουμε ότι η εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι το αποτέλεσμα μίας μακροχρόνιας προσπάθειας και σκληρής δουλειάς και δεν επέρχεται από τη μία μέρα στην άλλη. Τέλος, χρειάζεται επίσης, να σημειωθεί πως κύριο μας μέλημα ως μαθηματικοί είναι να μεταφέρουμε στα παιδιά τον τρόπο σκέψης και επίλυσης ασκήσεων, να τα βοηθήσουμε να βελτιώσουν τη μαθηματική τους αντίληψη, να τους δείξουμε τον τρόπο διαβάσματος και φυσικά να τα εκπαιδεύσουμε να διαχειρίζονται σωστά το χρόνο τους. Πρωταρχικό αποτέλεσμα αυτών θα είναι η διαμόρφωση δυνατών μαθητών, ικανών να αντεπεξέρχονται σε οποιαδήποτε εξεταστική δοκιμασία.
Συνοψίζοντας θέλω να τονίσω πως η επαρχία, και ιδιαίτερα η Δράμα φαίνεται προς το παρόν να αδυνατεί να συμβαδίσει με τους ρυθμούς των μεγάλων αστικών κέντρων της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Οι στατιστικές κρούουν το κώδωνα του κινδύνου και μας δείχνουν το δρόμο της εξέλιξης και της αλλαγής. Είναι ώρα να μπούμε ξανά δυναμικά στο παιχνίδι. Μας το χρωστάμε!